Τρίτη, Απριλίου 19, 2005

Ονειροβασία

Έχασα νομίζω για πάντα αυτή μου την χαρά. Από μικρός θυμάμαι, να "καβαλάω" κάποιο όνειρο και να το "πηγαίνω" για ώρα, όσο μακρύτερα γινόταν. Μια ήμουνα πολέμαρχος, μια άλλη βασιλιάς, πότε-πότε σοφός... Και "μοναχός" έχω κάνει! Μα και με κορίτσια πολλά, κορίτσια που έβλεπα στο δρόμο, στο σχολείο, στον κινηματογράφο, έζησα μεγάλους έρωτες... Δυνατούς. Μην φανταστεί κανείς ότι το έκανα για "φυγή" από την πραγματικότητα. Δεν είχα μόνο επιτυχίες και δόξα και λεφτά. Πολλές φορές καταστρεφόμουν και υπέφερα. Προβάριζα καταστάσεις. Και αφηνόμουν στις εκδοχές. Δεν υποκρινόμουν ούτε βίαζα τις εξελίξεις. Κοινός παρανομαστής όμως ήταν στα ονειροπερπατήματα αυτά η "σημαντικότητα" προσώπων, πραγμάτων και καταστάσεων. Και το μηδαμινό ακόμη είχε βάρος και αξία.

Περάσανε τα χρόνια... Τα έχασα τα όνειρα. Και τα μικρά και τα μεγάλα. "Πέτυχα" την φιλοσοφική μου επιδίωξη, αρκετά μηδενιστική οφείλω να ομολογήσω, της ρεαλιστικής αποτύπωσης της καθημερινότητας. Στο μέτρο του εφικτού βέβαια. Ο κόσμος μου από πλήρης, μετατράπηκε σιγά-σιγά σε ατελές περιβάλον. Ο Goedel και ο Hilbert κατατρόπωσαν τον Πυθαγόρειο μυστικισμό που με κυριαρχούσε. Δεν πέτυχα όμως την "ΝΙΡΒΑΝΑ". Σοφός δεν έγινα, παρά την απώλειά μου. Ούτε ημέρεψαν τα πάθη μου. Απλά "βάρυνα". Δεν χαίρομαι με ελπίδες. Δεν έχω εκείνο το "λες να ..." Γκριζάρισαν τα πρωϊνά και έχασε την λάμψη της η νύχτα. Και μόνο σε κάτι όνειρα που είμαι εγώ ο ίδιος το "μαύρο άλογο", που καλπάζει μόνο του στους απότομους γκρεμούς του μακρινού πλανήτη με τα επτά φεγγάρια, νιώθω ξανά για λίγο εκείνη την άγρια χαρά.

Θέλω πίσω τα ονειροβατήματά μου. Και την αφέλεια. Και την ευκολοπιστία.

Δευτέρα, Απριλίου 18, 2005

Αισθησιακός εφιάλτης!

Νικόλ Κίντμαν!

Περιμένω όσους έχουν δεί κάτι παρόμοιο να σχολιάσουν...

Πέμπτη, Απριλίου 07, 2005

Ψυχές

Ο άντρας που καθόταν στο αίθριο του πολυκαταστήματος μίλαγε στο κινητό του εκνευρισμένος. Οι φωνές του ακούγονταν στο 3-όροφο κτίριο καθαρά, προκαλώντας σε κάποιους πελάτες ενόχληση και σε κάποιους άλλους γέλια.
-Θα τον γαμήσω τον πούστη, που κάνει "πλάτες" στον αδερφό του για να μου φάνε την γκόμενα.
Δεν ξέρω αν ήταν κάποιο προαίσθημα ή είχα ακούσει προηγουμένως κάποια πράγματα που τα "φιλτράρησε" και τα απέρριψε αρχικά σαν θόρυβο το συνειδητό μου, όμως ήμουν βέβαιος ότι μίλαγε για τον αδελφό μου και ο ξελογιαστής Καζανόβας ήμουν εγώ!

Έσκυψα από το μπαλκόνι του αιθρίου (ήμουν στον 1ο όροφο) και τον κοίταξα καλύτερα. Ήταν ψηλός, αδύνατος, μελαχροινός με αραιό "σκωροφαγωμένο" μούσι. Μου ήταν τελείως άγνωστος. Για την ακρίβεια αντιπροσώπευε το είδος του ανθρώπου, που χωρίς συγκεκριμένο λόγο μου δημιουργεί αντιπάθεια και συνήθως αποφεύγω να συναναστρέφομαι.

Η πρώτη μου σκέψη ήταν να πάρω τον Πάρι στο τηλέφωνο και να του εξιστορήσω τα γεγονότα.
-Δεν τον χέζεις μωρέ το μαλάκα. Όποιος κι' αν είναι, αν δεν μπορέσουμε να συνεννοηθούμε μαζί του, τον πλακώνεις στις φάπες και τελειώσαμε
Παρ' ότι η εμπιστοσύνη του στην "χειροπιαστή" πειθώ που διαθέτω, με διασκέδαζε και με κολάκευε, είχα μια τρομερή ανησυχία για το τί επρόκειτο να συμβεί. Αποφάσισα να φύγω καλού κακού. Έτσι κι' αλλιώς "window shopping" έκανα.

Βγήκα σκεφτικός απο το κατάστημα. Το σκοτάδι είχε αρχίσει να πέφτει στο τεράστιο parking. Στριφογύρισα ως συνήθως να δώ το αμάξι, όταν την είδα να περιμένει στο πεζοδρόμιο. Παρά τα χρόνια που είχαν περάσει, συνέχιζε να με συγκινεί! Παρέμενε όμορφη και το "σεμνό" και αδιάφορο ντύσιμό της δεν μπορούσε να κρύψει πόσο απελπιστικά sexy ήταν. Την χάζεψα για 2-3 δευτερόλεπτα αμφιταλαντευόμενος αν θα ήταν έξυπνο εκ μέρους μου να της μιλήσω, όταν είδα τον "ζηλιάρη" να βγαίνει και να χειρονομεί έντονα. Τον έπιασε καθησυχαστικά από το χέρι, προσπαθώντας να τον ηρεμήσει. Εκείνη τη στιγμή πρόσεξα την "άϋλη" φιγούρα που στεκόταν δίπλα τους και τους κοίταζε προστατευτικά. Ήταν η ψυχή(!) ενός εφήβου σε αναπηρικό καροτσάκι! Γεμάτος απορία και απογοητευμένος άλλη μια φορά από τις επιλογές της -τόσο έξυπνη κατά τα άλλα γυναίκα- γύρισα διακριτικά και άρχισα ν' απομακρύνομαι ψάχνοντας αγωνιωδώς για το κωλάμαξο.
-Άλκη
Άκουσα την φωνή της και ένιωσα την αγωνία να με κυριεύει για το τι θα επακολουθούσε. Ο "κιοτής" μέσα μου μου έλεγε να την αγνοήσω. Μα ήταν αδύνατο! Έστρεψα το βλέμα μου προς το μέρος της. Ήταν αρκετό για να προλάβω να αποκρούσω τα χτυπήματα του μανιασμένου συντρόφου της που με είχε φτάσει με δυό δρασκελιές. Κυλιστήκαμε στο δρόμο. Δεν ήξερε ο φουκαράς ότι εκεί μου ήταν εύκολο να τον "δέσω" και να τον ακινητοποιήσω. Ήταν περίεργο αλλά ένοιωθα οίκτο γι' αυτόν. Φώναξα να με βοηθήσει κάποιος να τον κρατήσουμε. Σε δευτερόλεπτα εμφανίστηκαν 4 "σεκιουριτάδες" του καταστήματος. Τον έπιασαν χειροπόδαρα και τον σήκωσαν. Στάθηκα κι' εγώ στα πόδια μου και τίναξα τα ρούχα μου.

Μόλις πήρα μια ανάσα τους κοίταξα καλύτερα. Ήταν 4 ψηλά παληκάρια, ντυμένα με γκρί φόρμες αγγαρείας, που έκρυβαν ή προσπαθούσαν να κρύψουν τα μακρυά πλούσια ξανθά μαλλιά τους κάτω από γκριζόμαυρα τζόκευ. Με κοίταζαν συγκαταβατικά και απόμακρα. Εκείνος κτυπιόταν και ούρλιαζε.
-Αφήστε με να τον σκoτώσω.
Άρχισα να του μιλάω, προσπαθώντας να καταλάβω γιατί τόσο μίσος. Εκείνος συνέχισε σαν λυσσασμένος να "κτυπιέται" προσπαθώντας να ξεφύγει. Παρατήρησα
μιάς μορφής διερεύνηση των προθέσεών μου στα μάτια των φρουρών του. Βλέποντας ότι δεν ηρεμούσε, τον τράβηξαν σε μια πλαϊνή πόρτα που οδηγούσε στο υπόγειο. Τους ακολούθησα σιωπηλά αλλά και με αγωνία. Ήταν περίεργο, γιατί συνήθως προσπαθώ να απομακρυνθώ από τους τόπους των εντάσεων. Θεωρώ ηλίθιο, το να επιμηκύνει κανείς την επαφή με τον αντίπαλο μετά από ένα διαπληκτισμό, που τυχαίνει να μήν καταλήγει εις βάρος του.

Φτάσαμε σε ένα δωματιάκι με ένα "κλουβί" 2x2 στο κέντρο του. Άνοιξαν την πόρτα και τον έβαλαν μέσα.
-Ανοίξτε μου να τον λιώσω
Στρίγκλιζε και ταρακουνούσε το σιδερένιο πλέγμα. Πλησίασα κοντύτερα.
-Τι σου έκανα ρε φίλε;
-Αν σε πιάσω θα πεθάνεις μέσα στα χέρια μου.
Απογοητευμένος από την προσπάθεια, έστριψα για να φύγω. Εκείνη τη στιγμή η ψυχή του έφηβου στο καροτσάκι όρμησε στο δωμάτιο και "ενώθηκε" μαζί του. Κατάλαβα ότι δεν έπρεπε να συμβεί κατι τέτοιο. Τον είδα να διαπερνά το πλέγμα. Η σάρκα του σκιζόταν λες και πέρναγε μέσα απο μηχανή του κιμά. Με άρπαξε και κόλλησε επάνω μου. Κάθε προσπάθεια να τον απομακρύνω ήταν μάταιη. Ήταν σαν να παλεύεις με ένα λόφο κόλλας. Ένοιωσα, άγνωστο γιατί, ότι είμαστε κίνδυνος για όλους. Στράφηκα γεμάτος αυτοθυσία στους φρουρούς που στέκονταν ακίνητοι και μας κοιτούσαν.
-Κάψτε μας για να γλυτώσουν όλοι οι άλλοι(!)
Κάποιος από αυτούς τράβηξε ένα φλογοβόλο και ο πίδακας φωτιάς μας έλουσε. Σκορπιστήκαμε σε μικρά κομμάτια στάχτης και κάρβουνου στο πάτωμα. Βυθίστηκα στην ανυπαρξία. Περιέργως όμως είχα αίσθηση του χώρου και των καταστάσεων.

Κοίταζαν τις στάχτες στο πάτωμα, όταν ο αρχηγός τους έκανε κάποιο νόημα. Άρχισαν να βγάζουν τις στολές τους προσεκτικά.
-Τελειώσαμε.
Τα λευκά τους φορέματα ήταν ατσαλάκωτα. Τίναξαν τα ξανθά τους μαλλιά ανάμεσα στις λαμπερές, εκθαμβωτικές τους φτερούγες και εξαφανίστηκαν.

Κανείς δεν της έδωσε σημασία, καθώς βγήκε από το κτίριο και απομακρύνθηκε αθόρυβα.